< ] > ]
Η Ερευνητική Δραστηριότητα στην Κύπρο κατά το 1999

Σύμφωνα με τ’ αποτελέσματα ειδικής έρευνας που πραγματοποίησε η Στατιστική Υπηρεσία για τον καταρτισμό στοιχείων για την επιστημονική έρευνα και την πειραματική ανάπτυξη (Ε & Α), οι συνολικές δαπάνες για ερευνητικές δραστηριότητες στην Κύπρο κατά το 1999 υπολογίζονται σε £12,4 εκ. που αντιστοιχούν σε 0,25% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος, σε σύγκριση με £10,8 εκ. ή 0,23% του  Α.Εγχ.Π. το 1998.

Παρά την αύξηση του 15% που παρατηρήθηκε στις ερευνητικές δαπάνες το 1999 σε σύγκριση με το 1998, το μερίδιο του Α.Εγχ.Π. της Κύπρου που αναλογεί στις δραστηριότητες Ε & Α εξακολουθεί να παρουσιάζεται αρκετά χαμηλό συγκριτικά με άλλες χώρες.  Ενδεικτικά αναφέρεται ότι το ποσοστό αυτό στις 15 χώρες-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ανέρχεται σε 1,86% (κυμαίνεται από 0,51% στην Ελλάδα και 0,63% στην Πορτογαλία σε 2,89% στη Φινλανδία και 3,77% στη Σουηδία).

Κατά τομέα δραστηριότητας, το δημόσιο παρουσίασε ερευνητικές δαπάνες ύψους £6,1 εκ. ή 49,4% του συνόλου, η τριτοβάθμια εκπαίδευση £3,0 εκ. ή 24,0%, οι επιχειρήσεις £2,5 εκ. ή 20,2% και τα ιδιωτικά ιδρύματα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα £0,8 εκ. ή 6,4%.  Σε σύγκριση με το 1998, παρατηρήθηκε αύξηση του μεριδίου των επιχειρήσεων, από 14,1% σε 20,2% και μείωση του μεριδίου του δημοσίου, από 56,1% σε 49,4%.

Η εφαρμοσμένη έρευνα αποτέλεσε το κύριο είδος ερευνητικής εργασίας, απορροφώντας £6,6 εκ. από τις συνολικές τρέχουσες δαπάνες, ενώ η βασική έρευνα απορρόφησε £2,2 εκ. και η πειραματική ανάπτυξη £2,5 εκ.  Το μεγαλύτερο μέρος των ερευνητικών δαπανών επικεντρώθηκε στις θετικές (£4,3 εκ.) και τις αγροτικές επιστήμες (£3,6 εκ.), ενώ οι κοινωνικές επιστήμες απορρόφησαν £1,7 εκ., οι ανθρωπιστικές £1,3 εκ., οι ιατρικές £0,6 εκ. και οι επιστήμες μηχανικού £0,9 εκ.

Από πόρους του κρατικού προϋπολογισμού χρηματοδοτήθηκε το 1999 το 47,4% της ερευνητικής δραστηριότητας (£5,9 εκ.), σε σύγκριση με 53,5% το 1998, ενώ £2,2 εκ. προήλθαν από τον προϋπολογισμό του Πανεπιστημίου Κύπρου και £1,0 εκ. από πηγές του εξωτερικού (περιλαμβανομένων £0,6 εκ. από την Ευρωπαϊκή Ένωση).  Ποσό £2,6 εκ. ήταν προϊόν αυτοχρηματοδότησης, σε σύγκριση με £1,7 εκ. το 1998.

Ο αριθμός των ατόμων που απασχολήθηκαν σε δραστηριότητες Ε & Α κατά το 1999 ανήλθε σε 1.520, σε σύγκριση με 1.292 το 1998.  Σε όρους ισοδύναμου πλήρους απασχόλησης, ο αριθμός αυτός υπολογίζεται σε 681 άτομα (σε σύγκριση με 564 άτομα το 1998), εκ των οποίων τα 255 ή 37,4% ήταν γυναίκες.  Οι ερευνητές ανήλθαν στους 278, οι τεχνικοί στους 198 και το προσωπικό υποστήριξης στους 205.  Από τα άτομα αυτά, τα 149 είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος, τα 90 μεταπτυχιακού και τα 142 είναι πτυχιούχοι πανεπιστημίων ή άλλων ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, ενώ 211 άτομα ήταν απόφοιτοι μέσης εκπαίδευσης και 89 στοιχειώδους εκπαίδευσης.

Ο δημόσιος τομέας παρουσίασε τη μεγαλύτερη συνεισφορά ανθρώπινου δυναμικού σε Ε & Α με 374 άτομα ή 55% του συνόλου.  Ακολούθησαν οι επιχειρήσεις με 135, η τριτοβάθμια εκπαίδευση με 126 και τα ιδιωτικά ιδρύματα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα με 47 άτομα.

Περισσότερες πληροφορίες περιέχονται στην έκδοση της Στατιστικής Υπηρεσίας με τίτλο “Στατιστικές Έρευνας και Ανάπτυξης, 1999”, που διατίθεται προς πώληση από το Κυβερνητικό Τυπογραφείο στην τιμή των £5,00 το αντίτυπο.

 
< ] Ανέλιξη ] > ]